διδάσκαλος是什么意思_διδάσκαλος读音|解释_διδάσκαλος同义词|反义词

διδάσκαλος

古希腊语

词源

源自διδάσκω (didáskō, )。与迈锡尼希腊语 𐀇𐀅𐀏𐀩 (di-da-ka-re)同源。

发音

 

名词

δῐδᾰ́σκᾰλος (didáskalosm f(属格 δῐδᾰσκᾰ́λου); 二类变格 (阿提卡, 通用希腊语)

  1. 教师导师

变格

派生词

  • παιδοδῐδᾰ́σκᾰλος (paidodidáskalos)

派生语汇

  • 希腊语: δάσκαλος (dáskalos)

拓展阅读


希腊语

名词

διδάσκαλος (didáskalosm(复数 διδάσκαλοι,阴性 διδασκάλισσα

  1. (教育) 教师

变格

相关词汇