δάσκαλος是什么意思_δάσκαλος读音|解释_δάσκαλος同义词|反义词

δάσκαλος

希腊语

其他写法

词源

古希腊语 διδάσκαλος (didáskalos, 教师)的头音脱落形,源自διδάσκω (didáskō, )

名词

δάσκαλος (dáskalosm(复数 δάσκαλοι,阴性 δασκάλα

  1. (教育) 教师 (多用于小学)
  2. (教育) 导师
  3. 伟大艺术家
  4. (比喻)建议的人

变格

同类词汇

相关词汇

  • αλληλοδιδασκαλία f (allilodidaskalía, 相互指导)
  • δασκάλα f (daskála, 教师)
  • δίδαγμα n (dídagma, )
  • διδακτέος (didaktéos, 课程的)
  • διδακτικός (didaktikós, 教育的)
  • διδακτός (didaktós, 可教的)
  • διδασκαλείο n (didaskaleío, 教育学院)
  • διδασκαλία f (didaskalía, 教学)
  • διδασκαλικός m (didaskalikós, 教师)
  • διδασκάλισσα f (didaskálissa, 教师)
  • διδάσκαλος m (didáskalos, 教师)
  • διδάσκω (didásko, )
  • διδαχή f (didachí, 〉 教导)

派生语汇

  • 罗马尼亚语: dascăl