φάλαινα
希腊语
其他写法
- φάλλαινα f (fállaina)
词源
源自古希腊语 φάλλαινα (phállaina),源自原始印欧语 *bʰleh₃- (“充气,膨胀,肿胀”),源自*bʰel- (“开花”)。与古希腊语 φύλλον (phúllon)、哥特语 𐌱𐌻𐍉𐌼𐌰 (blōma)、古英语 blōstm、blæd (“叶”)(英语 blossom、blade)和梵语 फुलम् (phulam)等同源。
名词
φάλαινα (fálaina) f(复数 φάλαινες)
变格
φάλαινα的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | φάλαινα • | φάλαινες • |
属格 | φάλαινας • | φαλαινών • |
宾格 | φάλαινα • | φάλαινες • |
呼格 | φάλαινα • | φάλαινες • |
同类词汇
- 参见:κητώδη n pl (kitódi, “鲸豚”)