λευκό 希腊语 发音 IPA(帮助):/lefˈko/ 断字:λευ‧κό形容词 λευκό (lefkó) λευκός (lefkós)的宾格单数阳性形式。 λευκός (lefkós)的主格、宾格与呼格复数中性形式。名词 λευκό (lefkó) m λευκός (lefkós)的宾格单数形式。名词 λευκό (lefkó) n(复数 λευκά) 白色 近义词: άσπρο n (áspro) 空白选票 Έριξα λευκό.Érixa lefkó.我投了张空白票。 近义词: λευκή ψήφος (lefkí psífos)变格 λευκό的变格 单数 复数 主格 λευκό • λευκά • 属格 λευκού • λευκών • 宾格 λευκό • λευκά • 呼格 λευκό • λευκά • 相关词汇 参见:λευκός (lefkós, “白色的”)其他写法 (纯正希腊语) λευκόν (lefkón)拓展阅读 λευκό在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el