κοινωνιολογία
希腊语
词源
源自κοινωνί(α) (koinoní(a), “社会”) + -ο- (-o-) + -λογία (-logía, “学科”),仿译自法语 sociologie。[1]
发音
- IPA(帮助):/ci.no.ni.o.loˈʝi.a/
- 断字:κοι‧νω‧νι‧ο‧λο‧γί‧α
名词
κοινωνιολογία (koinoniología) f(复数 κοινωνιολογίες)
变格
κοινωνιολογία的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
属格 | κοινωνιολογίας • | κοινωνιολογιών • |
宾格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
呼格 | κοινωνιολογία • | κοινωνιολογίες • |
参考资料
- ↑ κοινωνιολογία in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
拓展阅读
- κοινωνιολογία在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el