γαλοπούλα
希腊语
词源
源自γάλος (gálos, “雄火鸡”) + -πούλα (-poúla, 阴性后缀)。参见πουλί (poulí, “鸟”)。
发音
- IPA(帮助):/ɣaloˈpula/
- 断字:γα‧λο‧πού‧λα
名词
γαλοπούλα (galopoúla) f(复数 γαλοπούλες)
变格
γαλοπούλα的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | γαλοπούλα • | γαλοπούλες • |
属格 | γαλοπούλας • | — |
宾格 | γαλοπούλα • | γαλοπούλες • |
呼格 | γαλοπούλα • | γαλοπούλες • |
相关词汇
参见
- διάνος m (diános, “雄火鸡”)