αλεποπορδή 希腊语 词源 αλεπού (alepoú, “狐狸”) + πορδή (pordí, “屁”) 名词 αλεποπορδή (alepopordí) f(复数 αλεποπορδές) 马勃变格 αλεποπορδή的变格 单数 复数 主格 αλεποπορδή • αλεποπορδές • 属格 αλεποπορδής • αλεποπορδών • 宾格 αλεποπορδή • αλεποπορδές • 呼格 αλεποπορδή • αλεποπορδές • 相关词汇 参见:αλεπού f (alepoú, “狐狸”)