σεισμός是什么意思_σεισμός读音|解释_σεισμός同义词|反义词

σεισμός

古希腊语

词源

源自σείω (seíō, 摇晃) +‎ -μός (-mós)

发音

 

名词

σεισμός (seismósm(属格 σεισμοῦ); 二类变格

  1. 摇晃冲击
  2. 地震
  3. 风暴
  4. 骚动骚乱

变格

派生语汇

  • 英语: seismseismo-
  • 法语: séisme
  • 西班牙语: seísmo
  • 希腊语: σεισμός (seismós)

延伸阅读


希腊语

词源

继承自古希腊语 σεισμός (seismós)

发音

  • IPA(帮助)/siˈzmos/

名词

σεισμός (seismósm(复数 σεισμοί

  1. (地理学) 地震
  2. (比喻) 大规模变动骚动

变格

相关词汇

  • σεισμικός (seismikós)
  • σεισμικότητα (seismikótita)

派生词

  • σεισμογένεση (seismogénesi)
  • σεισμογενής (seismogenís)
  • σεισμογόνος (seismogónos)
  • σεισμόγραμμα (seismógramma)
  • σεισμογράφημα (seismográfima)
  • σεισμογραφία (seismografía)
  • σεισμογράφος (seismográfos)
  • σεισμολογία (seismología)
  • σεισμολόγος (seismológos)
  • σεισμομετρία (seismometría)
  • σεισμομετρικός (seismometrikós)
  • σεισμόμετρο (seismómetro)
  • σεισμοπαθής (seismopathís)
  • σεισμόπληκτος (seismópliktos)

延伸阅读

  •   σεισμός在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el