μυρμηκικός
希腊语
词源
源自μυρμήγκι n (myrmígki, “蚂蚁”)。
形容词
μυρμηκικός (myrmikikós) m(阴性 μυρμηκική,中性 μυρμηκικό)
- 蚂蚁的
变格
μυρμηκικός 的变格
单数 | 复数 | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | μυρμηκικός | μυρμηκική | μυρμηκικό | μυρμηκικοί | μυρμηκικές | μυρμηκικά |
属格 | μυρμηκικού | μυρμηκικής | μυρμηκικού | μυρμηκικών | μυρμηκικών | μυρμηκικών |
宾格 | μυρμηκικό | μυρμηκική | μυρμηκικό | μυρμηκικούς | μυρμηκικές | μυρμηκικά |
呼格 | μυρμηκικέ | μυρμηκική | μυρμηκικό | μυρμηκικοί | μυρμηκικές | μυρμηκικά |
衍生 | 比较级: πιο (pio) + 肯定形(例如:πιο μυρμηκικός) 相对最高级: 定冠词 + πιο (pio) + 肯定形(例如:ο πιο μυρμηκικός (o pio myrmikikós)) |
相关词汇
- μυρμήγκι n (myrmígki, “蚂蚁”)
- μυρμηκικό οξύ n (myrmikikó oxý, “蚁酸”)