κόκκινο是什么意思_κόκκινο读音|解释_κόκκινο同义词|反义词

κόκκινο

希腊语

 
Διάφορες αποχρώσεις του κοκκίνου

发音

  • IPA(帮助)/ˈkocino/
  • 断字:κόκ‧κι‧νο

形容词

κόκκινο (kókkino)

  1. κόκκινος (kókkinos)宾格单数阳性形式。
  2. κόκκινος (kókkinos)主格宾格呼格单数中性形式。

名词

κόκκινο (kókkinon(复数 κόκκινα

  1. 红色
    Το κόκκινο είναι το χρώμα του πάθους.
    To kókkino eínai to chróma tou páthous.
    红色是热情的颜色。
  2. (口语) 红灯
    περνάω με κόκκινοpernáo me kókkino红灯 (字面意思是“通过红灯”)

变格

近义词

  • (红灯) Σταμάτης m (Stamátis) (幽默)

相关词汇

  • (红灯) πράσινο n (prásino, 绿灯), Γρηγόρης m (Grigóris, 绿灯) (幽默)