κοκκινομάλλης 希腊语 词源 κοκκινο- (kokkino-) + -μάλλης (-mállis) 形容词 κοκκινομάλλης (kokkinomállis) m 红头发的变格 κοκκινομάλλης 的变格 Template:El-decl-adj-ης-α-ικο数 格 / 性 单数 复数 阳性 阴性 中性 阳性 阴性 中性