δολοφονία 希腊语 名词 δολοφονία (dolofonía) f(复数 δολοφονίες) 谋杀变格 δολοφονία的变格 单数 复数 主格 δολοφονία • δολοφονίες • 属格 δολοφονίας • δολοφονιών • 宾格 δολοφονία • δολοφονίες • 呼格 δολοφονία • δολοφονίες • 近义词 参见:φόνος m (fónos, “杀人,谋杀”)